Αντίστροφη μέτρηση για τις βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία, που διεξάγονται την Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου. Τρεις είναι οι βασικοί “μονομάχοι” που διεκδικούν την Καγκελαρία, με την Ανγκελα Μέρκελ να λέει το δικό της “αντίο” στην εξουσία έπειτα από 16 χρόνια. Eίναι η πρώτη φορά που νυν αρχηγός κυβέρνησης αποφάσισε να μην διεκδικήσει την επανεκλογή του από το 1949.
Περίπου 60,4 εκατ. ψηφοφόροι άνω των 18 ετών, που έχουν δικαίωμα ψήφου, καλούνται στις κάλπες για να αναδείξουν τη νέα Μπούντεσταγκ, τη νέα κυβέρνηση και τον επόμενο καγκελάριο, που θα διαδεχθεί την 67χρονη Μέρκελ.
Το ρεκόρ της Άνγκελα Μέρκελ
Να σημειωθεί πως η Άνγκελα Μέρκελ, που εκλέχθηκε για την πρώτη της θητεία στις 22 Νοεμβρίου 2005, πλησιάζει το ρεκόρ του Χέλμουτ Κολ, που παρέμεινε καγκελάριος στη Γερμανία για περισσότερα από 16 χρόνια ή 5.869 ημέρες.
Έχει ήδη ξεπεράσει τον Κόνραντ Αντενάουερ, τον καγκελάριο του λεγόμενου γερμανικού μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος στη Δυτική Γερμανία, την οποία κυβέρνησε για 14 χρόνια.
Οι τρεις βασικοί υποψήφιοι για τη διαδοχή της είναι ο Ολαφ Σολτς των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), που οι δημοσκοπήσεις φέρουν να είναι ο δημοφιλέστερος, ο Αρμιν Λασετ της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU), καθώς και η Αναλένα Μπέρμποκ των Πρασίνων.
Αλλά, καθώς ο καγκελάριος στη Γερμανία δεν εκλέγεται απευθείας, τα πάντα θα κριθούν από τα ποσοστά που θα καταλάβει κάθε κόμμα και το ποιος θα είναι ο μετεκλογικός συνασπισμός που θα σχηματιστεί, όπως συμβαίνει κατά παράδοση στη χώρα εδώ και δεκαετίες πλέον.
Πάντως υπάρχει γενικά ένας πόλεμος από τα μεγάλα Μέσα της κεντρικής παράταξης εναντίον του Σολτς, καθώς τον κατηγορούν ότι θα φέρει την Αριστερά στην κυβέρνηση.
Όπως δείχνουν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις, οι Χριστιανοδημοκράτες θα χάσουν την εξουσία ύστερα από 16 χρόνια καθώς προς το παρόν νικητής των γερμανικών βουλευτικών εκλογών αναδεικνύεται ο Σολτς. Ωστόσο όλα θα κριθούν την Κυριακή το βράδυ και το αποτέλεσμα των εκλογών θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τους αναποφάσιστους καθώς το ποσοστό είναι 15% με 20%.
Πάντως, οι Πράσινοι φέρεται να είναι στην επόμενη κυβέρνηση καθώς μπορεί να συμφωνήσουν σε μετεκλογική συνεργασία είτε με τους Χριστιανοδημοκράτες είτε με τους Σοσιαλδημοκράτες. Ήδη οι Χριστιανοδημοκράτες τους έκαναν μια πρόταση ότι εάν συνεργαστούν μαζί τους και αφήσουν τον Σολτς, αυτοί θα τους δώσουν το δικαίωμα να ορίσουν οι ίδιοι τον Πρόεδρο Δημοκρατίας μέσα από τις τάξεις τους.
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις στη Γερμανία
Σύμφωνα με δημοσκόπηση η οποία διεξήχθη από το Ινστιτούτο Forsa για λογαριασμό του δικτύου RTL, ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα προτιμούν προσωπικά, το 66% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD) θα λάβει τις περισσότερες ψήφους στις εκλογές.
Tο 18% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι θα κερδίσουν τα συντηρητικά κόμματα, οι Χριστιανοδημοκράτες και οι Χριστιανοκοινωνιστές. Το 4% εκτιμά ότι οι Πράσινοι θα κερδίσουν τις εκλογές και το 2% κάποιο άλλο κόμμα.
Επίσης, το 91% των συμπαθούντων το SPD, αλλά και το 84% των Πρασίνων ψηφοφόρων πιστεύουν ότι οι Σοσιαλδημοκράτες θα λάβουν τις περισσότερες ψήφους στις εκλογές της Κυριακής.
Το 44% όσων ψηφίζουν Χριστιανοδημοκράτες και Χριστιανοκοινωνιστές πιστεύει ότι νικητές θα εξέλθουν τα κόμματά τους, ενώ οι το 41% των ψηφοφόρων του Φιλελεύθερου κόμματος (FDP) επίσης πιστεύει ότι θα κερδίσουν οι συντηρητικοί.
Σε εκλογική νίκη Χριστιανοδημοκρατών/ Χριστιανοκοινωνιστών πιστεύει το 30% όσων ψηφίζουν την Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD). Οι νεότεροι ερωτηθέντες -κάτω των 30 ετών- πιστεύουν σε ποσοστό 14% ότι πρώτο κόμμα θα είναι οι Πράσινοι.
Το 67% όλων των ερωτηθέντων πιστεύει σύμφωνα με την εν λόγω δημοσκόπηση ότι καγκελάριος θα εκλεγεί ο Όλαφ Σολτς. Ο Άρμιν Λάσετ βρίσκεται στη δεύτερη θέση με 16% και η Αναλένα Μπέρμποκ στην τρίτη θέση με μόλις 2%.
Ότι ο Άρμιν Λάσετ θα εκλεγεί καγκελάριος πιστεύει το 40% Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανκοιωνιστών ψηφοφόρων, και οι υποστηρικτές του FDP το πιστεύουν σε ποσοστό 35%. Ακόμη και μεταξύ των υποστηρικτών Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών όμως το 50% εκτιμά ότι επόμενος καγκελάριος θα είναι ο Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς.
Το 55% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι οι απόψεις και οι θέσεις που αντιπροσωπεύει ένα κόμμα είναι πιο σημαντικές από τον υποψήφιο καγκελάριό τους και μόνο το 5% των ερωτηθέντων το βλέπει αντίστροφα. Και οι δύο παράγοντες είναι εξίσου σημαντικοί για το 35%
Το προφίλ των τριών βασικών υποψηφίων
ΟΛΑΦ ΣΟΛΤΣ
Στο στόχαστρο έχει βρεθεί ο υποψήφιος του SPD και μέχρι στιγμής δημοφιλέστερος των τριών “μονομάχων”, Όλαφ Σολτς, καθώς έχει τεθεί υπό έρευνα για “μαύρο χρήμα”.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου η γερμανική Εισαγγελία πραγματοποίησε έφοδο στο υπουργείο Οικονομικών γιατί διερευνά υπόθεση συγκάλυψης “μαύρου χρήματος” από το γερμανικό ΣΔΟΕ που επικεφαλής είναι ο Όλαφ Σολτς ως υπουργός Οικονομικών.
Εισαγγελείς κατέσχεσαν έγγραφα στα υπουργεία Οικονομικών και Δικαιοσύνης στο πλαίσιο μιας έρευνας για ενδεχόμενη παρακώλυση της δικαιοσύνης από μια κυβερνητική υπηρεσία που είναι αρμόδια για τη διερεύνηση υποθέσεων ξεπλύματος χρήματος.
Το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας δήλωσε ότι υποστηρίζει την έρευνα των εισαγγελέων σημειώνοντας πως οι υποψίες δεν στρέφονται εναντίον των υπαλλήλων του υπουργείου μετά την έφοδο στα γραφεία του.
Εισαγγελείς ανέφεραν σε μια ανακοίνωση ότι διεξάγουν έρευνα στη Μονάδα Οικονομικών Πληροφοριών (FIU) από το 2020 επειδή η υπηρεσία δεν είχε προωθήσει αναφορές, που είχαν γίνει από τράπεζες για ενδεχόμενο ξέπλυμα χρήματος, προς την αστυνομία και το δικαστικό Σώμα.
Την έρευνα προκάλεσε η αναφορά μιας τράπεζας στην FIU για ύποπτες πληρωμές στην Αφρική ύψους άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ, οι οποίες κατά την τράπεζα μπορεί να συνδέονταν με λαθρεμπόριο όπλων και ναρκωτικών και με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία αναφέρει ότι υποστηρίζει την έρευνα των εισαγγελέων στην FIU, σημειώνοντας πως οι υποψίες δεν στρέφονται εναντίον των υπαλλήλων του υπουργείου.
Ο ίδιος ο Σολτς προσπάθησε να υποβαθμίσει το γεγονός τονίζοντας πως οι εισαγγελείς έθεσαν ξεκάθαρες ερωτήσεις που “θα μπορούσαν να είχαν τεθεί γραπτώς”.
“Ο κόσμος ας κρίνει αν ήταν σωστό να τεθούν (οι ερωτήσεις) με διαφορετικό τρόπο”, δήλωσε ο Σολτς στους δημοσιογράφους σε μια προεκλογική στάση στο Πότσδαμ, κοντά στο Βερολίνο.
Ο Ολαφ Σοτλς θα πρέπει να καταθέσει ενώπιον της επιτροπής Οικονομικών της γερμανικής Bουλής για την παράλειψη διαβίβασης στη Δικαιοσύνη στοιχείων που αφορούν στην υπό διερεύνηση υπόθεση ξεπλύματος χρήματος.
Η ακρόαση που θα γίνει μέσω τηλεδιάσκεψης ακολουθεί την έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις αρχές του Σεπτεμβρίου στους χώρους του υπουργείου Οικονομικών στο Βερολίνο από την Εισαγγελία του Οσναμπρουκ, που χειρίζεται την υπόθεση.
Η υπόθεση ερευνάται στη χειρότερη για τον Ολαφ Σολτς στιγμή, στην τελική ευθεία για τις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής.
Ποιος είναι ο Όλαφ Σολτς
Τον Μάιο του 2021 ο Όλαφ Σολτς ορίστηκε και επισήμως ως ο υποψήφιος καγκελάριος του SPD, με ποσοστό 96,2% και ψήφους 513 υπέρ, 20 κατά και 12 αποχές, στο πλαίσιο συνεδρίου που διοργανώθηκε κυρίως διαδικτυακά.
Από τις 14 Μαρτίου 2018 είναι ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας.
Από το 2007 έως το 2009 ήταν ομοσπονδιακός υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και από τις 7 Μαρτίου 2011 έως τις 13 Μαρτίου 2018 δήμαρχος του Αμβούργου.
Ο Σολτς είναι από το 2009 ένας από τους αναπληρωτές προέδρους της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD στην Μπούντεσταγκ, καθώς και πρόεδρος στην κοινοβουλευτική ομάδα του SPD στο Αμβούργο. Από τις 13 Φεβρουαρίου 2018 είναι ο μεταβατικός πρόεδρος του SPD.
ΑΡΜΙΝ ΛΑΣΕΤ
Μετά τις αλλεπάλληλες γκάφες στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του, μικρές είναι οι πιθανότητες για τον Άρμιν Λάσετ να αντιστρέψει το εις βάρος του κλίμα.
Στις αρχές Αυγούστου έγινε αποδέκτης της οργής και της αγανάκτησης πληγέντων από τις πλημμύρες του Ιουλίου στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία.
«Θα το δείτε στην κάλπη», «Πού ήταν η προειδοποίηση; Πού ήταν οι σειρήνες;», «Ακόμη περιμένουμε την κρατιδιακή κυβέρνηση»: Αυτές ήταν μερικές μόνο από τις φραστικές επιθέσεις που υπέστη ο Λάσετ επισκεπτόμενος την περιοχή Σβίσταλ-Χάιμερτσχαϊμ, προκειμένου να ενημερωθεί για τα προβλήματα των κατοίκων, δυόμισι εβδομάδες μετά τη θεομηνία.
Πολίτες διαμαρτυρήθηκαν έντονα κυρίως για το ότι η περισσότερη βοήθεια προήλθε από οργανώσεις εθελοντών, όχι από τις υπηρεσίες του κρατιδίου, καθώς και για τις καθυστερήσεις στην οικονομική και την τεχνική βοήθεια.
«Κι εγώ στη θέση σας θα είχα στενοχωρηθεί (…) είναι δικαιολογημένο οι πληγέντες να περιμένουν πράξεις τώρα, όχι λόγια», περιορίστηκε να απαντήσει ο κ. Λάσετ, ο οποίος υποσχέθηκε «άμεση οικονομική βοήθεια» στους πλημμυροπαθείς, με τραπεζικά εμβάσματα, ή ακόμη και μετρητά.
«Η κρατιδιακή και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εργάζονται με όλες τους τις δυνάμεις για την ανοικοδόμηση», συνέχισε ο πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και εξέφρασε την κατανόησή του για τα παράπονα των πληγέντων, όπως και την ευγνωμοσύνη του για το έργο των εθελοντών.
Οι χειρισμοί του Άρμιν Λάσετ μετά τις εκτεταμένες καταστροφές στο κρατίδιο και το περιστατικό στο οποίο συνελήφθη να γελάει την ώρα που λίγα μέτρα πιο κει ο ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ εξέφραζε τη θλίψη του για τις απώλειες στις πλημμύρες κόστισαν πολύ στον υποψήφιο της Χριστιανικής Ένωσης, (CDU/CSU), τουλάχιστον δημοσκοπικά, καθώς ο Λάσετ υπέστη σημαντικές απώλειες όταν τέθηκε το ερώτημα του «καταλληλότερου καγκελάριου».
Στους «κερδισμένους» ανήκε, αντιθέτως, ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, ο οποίος προηγείτο, ενώ ακολουθούσε η υποψήφια των Πρασίνων, η Αναλένα Μπέρμποκ, παρ’ ότι αντιμετωπίζει και αυτή, τη φθορά που συνεπάγονται τα δικά της λάθη κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.
Σε δημοσκόπηση της Bild εκείνη την εποχή, όσον αφορούσε στην απευθείας εκλογή καγκελαρίου ο Λάσετ είχε χάσει μέσα σε δύο μονάδες επτά μονάδες και βρέθηκε στο 13%, ενώ ο Σολτς συγκέντρωνε το 22%.
Ποιος είναι ο Άρμιν Λάσετ
Ο Άρμιν Λάσετ είναι πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας από τις 27 Ιουνίου 2017. Στις 16 Ιανουαρίου 2021 εξελέγη επικεφαλής της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης διαδεχόμενος την Άνεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ. Είναι επίσης ο υποψήφιος του κόμματος για τη θέση της καγκελαρίας για τις Γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές του 2021.
Ο Λάσετ σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δημοσιογράφος πριν εισέλθει στην πολιτική, αλλά και στα πρώτα βήματά του στην πολιτική. Το 1994 εξελέγη μέλος του Μπούντεσταγκ και το 1999 έγινε μέλος του Ευρωκοινοβουλίου.
Το 2005 εισήλθε στην κρατιδιακή πολιτική της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και έγινε μέλος του τοπικού κοινοβουλίου. Ως υπουργός έγινε γνωστός για τις φιλελεύθερες θέσεις του και τις καλές σχέσεις με την μεταναστευτική κοινότητα, αποκτώντας το ψευδώνυμο “Τούρκικος Άρμιν”.
Το 2012 έγινε πρόεδρος του κρατιδιακού κόμματος και έγινε πρωθυπουργός του κρατιδίου το 2017. Είναι επικεφαλής της κυβέρνησης Λάσετ αποτελούμενη από το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα και τους Ελεύθερους Δημοκράτες.
Στις 16 Ιανουαρίου 2021 εξελέγη ομοσπονδιακός πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος. Αν και ανέτρεψε όλα τα προγνωστικά, επικρατώντας στη μάχη για το χρίσμα, όλοι τον θεωρούσαν ήδη χαμένο.
Όταν αναδείχθηκε αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, η Frankfurter Allgemeine Zeitung έκανε τότε λόγο περί «νίκης του απαξιωμένου κατεστημένου», καθώς ο Άρμιν Λάσετ καταποντιζόταν συνεχώς στις δημοσκοπήσεις, με την κοινή γνώμη να δείχνει ότι προτιμούσε ξεκάθαρα τον αντίπαλό του Φρίντριχ Μερτς.
Οι βασικές απόψεις του
Ευρωπαϊκή ενοποίηση: Στα θέματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, έχει θέσεις που υπερασπίζονται θέματα ενάντια στη διεθνή τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα. Πιστεύει ότι ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα πρέπει να εκλέγεται από τους Ευρωπαίους ψηφοφόρους.
Θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή κρίση χρέους θα πρέπει να επιλυθεί μέσα από διάλογο και ανοιχτή συζήτηση, για να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση, στην οποία βέβαια και τα λεγόμενα «Ευρωομόλογα» μπορεί να είναι μέρος αυτής.
Είναι μεγάλος υπέρμαχος των άριστων σχέσεων με τη Γαλλία και έχει συναντηθεί τρεις φορές με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν. Έχει την υποστήριξη και την ιδιαίτερη σχέση με τον Γάλλο Πρόεδρο και πολλές κοινές θέσεις, εξαιτίας και της καταγωγής του και των άριστων Γαλλικών που γνωρίζει.
Κοινωνική πολιτική: Ο Λάσετ υπήρξε πολέμιος της πολιτικής της Μέρκελ στα θέματα της μετανάστευσης κατά την κρίση του 2015. Το 2016, αν και δεν υποστήριξε το νόμο απαγόρευσης της μπούργκας, θεωρώντας το όλο θέμα ως υπεκφυγή από άλλα σημαντικά πολιτικά ζητήματα, το ίδιο του το κόμμα τάχτηκε λίγο αργότερα υπέρ του νέου αυτού μέτρου.
Εξωτερική πολιτική: Από ορισμένους αναλυτές, θεωρείται ότι κρατάει μια «μαλακή» θέση σε κρίσιμα θέματα που αφορούν στη Ρωσία και τον πρόεδρο Πούτιν.
Προέρχεται από μία ρωμαιοκαθολική οικογένεια με γερμανόφωνο βαλλωνικό υπόβαθρο. Οι γονείς του πατέρα του κατάγονταν από το Βέλγιο. Είναι παντρεμένος με τη Σουζάν Μαλανγκρέ, από το 1985, την οποία γνώρισε σε μια καθολική παιδική χορωδία όταν ήταν παιδιά και κατάγεται από γαλλόφωνη οικογένεια από τη Βαλλωνία. Έχουν τρία παιδιά.
ΑΝΑΛΕΝΑ ΜΠΕΡΜΠΟΚ
Κατηγορίες για λογοκλοπή αλλά και σειρά δικών της λαθών “ξεφούσκωσε” γρήγορα τη δημοφιλία της υποψηφίας των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ.
Τον Ιούλιο ξη Μπέρμποκ βρέθηκε αντιμέτωπη με κατηγορίες για λογοκλοπή, με το κόμμα της να καταλογίζει στους αντιπάλους του “τακτικές πολέμου λάσπης” και “δολοφονίας χαρακτήρα” και να απορρίπτει τους ισχυρισμούς.
Οι κατηγορίες προήλθαν από τον Αυστριακό επαγγελματία “κυνηγό λογοκλοπών” Στέφαν Βέμπερ, ο οποίος έγραψε στο ιστολόγιό του ότι η κυρία Μπέρμποκ στο βιβλίο της με τίτλο “Τώρα: Πώς μπορούμε να ανανεώσουμε τη χώρα μας” έχει συμπεριλάβει τουλάχιστον πέντε αποσπάσματα από δημοσιευμένα άρθρα στον Τύπο και από την ιστοσελίδα της Wikipedia χωρίς να το αναφέρει.
Το κόμμα των Πρασίνων απέρριψε τις κατηγορίες χαρακτηρίζοντάς τις “αβάσιμες”, προσέλαβε μάλιστα τον διάσημο δικηγόρο Κρίστιαν Σερτς, ο οποίος είχε κατά το παρελθόν εκπροσωπήσει μεταξύ άλλων τον ποδοσφαιριστή Κριστιάνο Ρονάλντο και τον ομοσπονδιακό προπονητή ποδοσφαίρου Γιοάχιμ Λεβ.
“Οι κατηγορίες είναι απολύτως αβάσιμες, καθώς η δημοσίευση των αποσπασμάτων δεν παραβιάζει τη νομοθεσία περί λογοκλοπής. Είναι ξεκάθαρο ότι αντιμετωπίζουμε άλλη μία απόπειρα επίθεσης κατά της κυρίας Μπέρμποκ”, δήλωσε ο κ. Σερτς, ενώ εκπρόσωπος των Πρασίνων έκανε λόγο για «δολοφονία χαρακτήρα».
Από την πλευρά του ο Στέφαν Βέμπερ δήλωσε ότι ασχολήθηκε με το βιβλίο της Μπέρμποκ από “επιστημονικό ενδιαφέρον”, διαβεβαιώνοντας ότι δεν έχει λάβει αμοιβή από οπουδήποτε προκειμένου να ερευνήσει πιθανή λογοκλοπή.
Οι κατηγορίες περί λογοκλοπής επιβάρυναν ακόμη περισσότερο την προεκλογική εκστρατεία των Πρασίνων, με την Μπέρμποκ να “ξεφουσκώνει” μετά τον αρχικό ενθουσιασμό που προκάλεσε η παρουσίασή της στους ψηφοφόρους.
Σειρά δικών της λαθών προκάλεσαν δυσαρέσκεια ακόμη και σε υποστηρικτές του κόμματός της. “Το ότι η προεκλογική εκστρατεία θα ήταν σκληρή, το ότι τμήματα της κοινής γνώμης ανυπομονούν να δουν την Αναλένα Μπέρμποκ να σκοντάφτει, αυτό ήταν προφανές εδώ και μήνες. Γι’ αυτό και ξαφνιάζουν ακόμη περισσότερο τα λάθη που γίνονται και θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί”, έγραφε σχετικά η εφημερίδα “Die Zeit”.
Παράλληλα, σύμφωνα με έρευνα, που δημοσιοποιήθηκε αρχές Σεπτεμβρίου, η υποψήφια καγκελάριος των Πρασίνων είναι ο κύριος στόχος ψευδών ειδήσεων της τηλεόρασης, των εντύπων, του Διαδικτύου και μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Η Αναλένα Μπέρμποκ βρίσκεται στην πρώτη θέση μεταξύ των δέκα πολιτικών που πλήττονται συχνότερα από ψευδείς ειδήσεις. Το 25% της παραπληροφόρησης αφορά στην Πράσινη πολιτικό. Στη δεύτερη και τρίτη θέση βρίσκονται η καγκελάριος Μέρκελ και ο υποψήφιος καγκελάριος Χριστιανοδημοκρατών / Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) Άρμιν Λάσετ με 13% και 10% αντίστοιχα.
Το 56%, δηλαδή κάθε δεύτερος περίπου ενήλικος στην Γερμανία, έχει ακούσει ή διαβάσει ψευδείς ειδήσεις για τον Μπέρμποκ, σύμφωνα με έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσης Avaaz, η οποία βασίζεται σε δεδομένα τα οποία συλλέχθηκαν μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 31ης Αυγούστου του τρέχοντος έτους από τους συντάκτες ελέγχου των γεγονότων του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων (dpa), του Γαλλικού πρακτορείου AFP και του ερευνητικού κέντρου Correctiv.
Εάν ληφθούν υπόψη μόνο οι τρεις υποψήφιοι για την καγκελαρία, η Αναλένα Μπέρμποκ βρίσκεται και πάλι στην κορυφή, αφού το 71% των αξιολογηθεισών ψευδών ειδήσεων είχαν στόχο την υποψήφια καγκελάριο των Πρασίνων. Ακολουθεί ο Άρμιν Λάσετ με 29%, ενώ καμία δεν στόχευε τον υποψήφιο καγκελάριο του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SPD), Όλαφ Σολτς.
Ποια είναι η Αναλένα Μπέρμποκ
Η Αναλένα Καρλότα Άλμα Μπέρμποκ γεννήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 1980. Είναι συμπρόεδρος του κόμματος Συμμαχία ’90/Οι Πράσινοι από το 2018 μαζί με τον Ρόμπερτ Χάμπεκ. Από τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2013 έχει εκλεγεί στην Ομοσπονδιακή Βουλή εκπροσωπώντας το Βρανδεμβούργο.
Από το 2000 έως το 2004, η Μπέρμποκ σπούδασε πολιτικές επιστήμες και δημόσιο δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Το 2005, απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο στο Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο από την Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου (LSE). Το 2005 ολοκλήρωσε πρακτική άσκηση στο Βρετανικό Ινστιτούτο Διεθνούς και Συγκριτικού Δικαίου (BIICL).
Από το 2005 έως το 2008, η Μπέρμποκ εργάστηκε στο γραφείο της Ελίζαμπετ Σρέτερ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μεταξύ 2008 και 2009 εργάστηκε ως σύμβουλος εξωτερικών πολιτικών και πολιτικών ασφαλείας για την κοινοβουλευτική ομάδα του Πράσινου Κόμματος στην γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή.
Πολιτική καριέρα
Η Μπέρμποκ έγινε μέλος του κόμματος των Πρασίνων το 2005. Τον Οκτώβριο του 2008 εξελέγη στο εκτελεστικό συμβούλιο του κόμματός της στο Βρανδεμβούργο και ανέλαβε την προεδρία του τον επόμενο χρόνο, ένα αξίωμα που κατείχε έως το 2013. Από το 2009 έως το 2012 ήταν επίσης μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Πράσινου Κόμματος .
Το 2009, η Μπέρμποκ έθεσε ανεπιτυχώς υποψηφιότητα στις ομοσπονδιακές εκλογές. Το 2013 ήταν υποψήφια του Πράσινου Κόμματος σε εκλογική περιφέρεια του Πότσνταμ, καθώς και πρώτη στην λίστα του κόμματος για το ομόσπονδο κρατίδιο του Βρανδεμβούργου. Μέσω της εκλογικής λίστας έγινε μέλος της Μπούντεσταγκ.
Κατά την πρώτη θητεία της, η Μπέρμποκ ήταν μέλος της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων και Ενέργειας καθώς και της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Στην κοινοβουλευτική της ομάδα υπήρξε ομιλήτρια για την κλιματική πολιτική.
Με αυτή της την ιδιότητα συμμετείχε στα Συνέδρια των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή στη Βαρσοβία (2013), Λίμα (2014), Παρίσι (2015) και Μαρακές (2016).
Εκτός από τα καθήκοντα της επιτροπής, η Μπέρμποκ διετέλεσε αναπληρώτρια πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Φιλίας Βερολίνου-Ταϊπέι.
Στις εκλογές του 2017 στη Γερμανία, η Μπέρμποκ ήταν και πάλι επικεφαλής της λίστας στην πολιτεία του Βρανδεμβούργου και διατήρησε την έδρα της στο κοινοβούλιο. Μετά τις εκλογές ήταν μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας του κόμματός της στις ανεπιτυχείς διερευνητικές συνομιλίες σχηματισμού κυβέρνησης με το CDU/CSU και το FDP. Από τότε είναι μέλος της Επιτροπής για την Οικογένεια, την Τρίτη Ηλικία, τις Γυναίκες και την Νεολαία.
Στις 27 Ιανουαρίου 2018, στο εθνικό Συνέδριο του κόμματος των Πρασίνων στην πατρίδα της, το Ανόβερο, η Μπέρμποκ εξελέγη μία από τους δύο ισότιμους συμπροέδρους του κόμματος σε ομοσπονδιακό επίπεδο, μαζί με τον Ρόμπερτ Χάμπεκ.
Κέρδισε το 64% των ψήφων, περισσότερο από την συνυποψήφιά της Άνια Πιλ. Στο συνέδριο του κόμματος το 2019 επανεξελέγη με 97,1%, το υψηλότερο αποτέλεσμα για πρόεδρο του κόμματος.
Στις 19 Απριλίου 2021 το κόμμα της ανακοίνωσε ότι την προτείνει για υποψήφια Καγκελάριο στις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2021.
Πηγή φωτό: AP, EPA, dpa, DW
Πηγη: enikos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου