Η EQUAL SOCIETY και το Τμήμα Συνηγορίας & Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την αύξηση των περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης κατά την τηλεργασία.
Εισαγωγή
Η υγειονομική κρίση που βιώνει η παγκόσμια κοινότητα τους τελευταίους μήνες έχει οδηγήσει σε ριζικές αλλαγές στον τρόπο οργάνωσης και διάδρασης της κοινωνίας και της οικονομίας.
Ειδικότερα όσον αφορά στην αγορά εργασίας, είναι γεγονός πως η υιοθέτηση μέτρων προάσπισης της δημόσιας υγείας έχει διαφοροποιήσει τη λειτουργία ενός σημαντικού ποσοστού επιχειρήσεων, καθώς πλέον η νομοθέτηση της υποχρεωτικής τηλεργασίας έχει μεταβάλλει τόσο το παραδοσιακό εργασιακό περιβάλλον όσο και τον τρόπο επικοινωνίας εντός του επαγγελματικού χώρου. Δεδομένων των συνθηκών, η εκ του νόμου επιβολή της τηλεργασίας αποτελεί σχεδόν μονόδρομο για τη συνέχιση της δραστηριότητας των επιχειρήσεων, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην αποφυγή του συγχρωτισμού των εργαζομένων και την προστασία της δημόσιας υγείας.
Οι αιφνίδιες αλλαγές στο εργασιακό τοπίο όμως έχουν επαναφέρει στο προσκήνιο ζητήματα, όπως η ενδοοικογενειακή βία και η σεξουαλική παρενόχληση, θύματα των οποίων είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι γυναίκες. Ειδικότερα όσον αφορά τη σεξουαλική παρενόχληση, πρέπει να επισημανθεί ότι οι εκτεταμένες αποκαλύψεις των τελευταίων ετών (π.χ. κίνημα #metoo) έχουν αναδείξει περαιτέρω την έκταση του φαινομένου οδηγώντας σε μια διαφοροποίηση ως προς την κατανόηση του τι συνιστά σεξουαλική παρενόχληση. Συμπεριφορές που παλιότερα θεωρούνταν ασήμαντες ή απλά ενοχλητικές, πλέον θεωρούνται προσβλητικές και επιζήμιες[1].
Καταγγελίες που έχει συγκεντρώσει το Τμήμα Συνηγορίας & Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού καταδεικνύουν ότι έχουν αυξηθεί οι περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα εξαιτίας της επιβολής τηλεργασίας και της έλλειψης αυστηρού και σύγχρονου, νομοθετικού πλαισίου προστασίας των εργαζομένων.
Το σημερινό νομικό πλαίσιο
Η σεξουαλική παρενόχληση συνιστά μορφή βίας και αποτελεί την πιο ακραία μορφή διακρίσεων με βάση το φύλο[2]. Σύμφωνα με την Οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών όσον αφορά στην πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και ανέλιξη, στους όρους και στις συνθήκες εργασίας [3], η σεξουαλική παρενόχληση ορίζεται ως «η οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, μη λεκτικής ή φυσικής συμπεριφοράς σεξουαλικής φύσεως, με σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας ενός ατόμου, ιδίως όταν δημιουργείται ένα εκφοβιστικό, εχθρικό, ταπεινωτικό ή προσβλητικό περιβάλλον (άρθρο 2 περ. δ).».
Πρίν την εκδήλωση της πανδημίας, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το 90% των θυμάτων σεξουαλικής παρενόχλησης είναι γυναίκες[4]. Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2014, περίπου το 45%-55% των γυναικών έχει βιώσει σεξουαλική παρενόχληση μετά την ηλικία των 15 ετών[5].
Στο ελληνικό δίκαιο, η σεξουαλική παρενόχληση εμπίπτει στο πεδίο ρύθμισης τόσο του αστικού, όσο και του ποινικού δικαίου. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 3896/2010 η σεξουαλική παρενόχληση θεωρείται διάκριση λόγω φύλου, η οποία απαγορεύεται. Επιπλέον, το άρθρο 337 του Ποινικού Κώδικα ορίζει ρητά την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας ως ποινικό αδίκημα.
ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑ
Η νέα εργασιακή πραγματικότητα λόγω Covid-19 και η φυσική απόσταση μεταξύ εργαζομένων, προϊσταμένων και εργοδοτών θα μπορούσε να έχει συμβάλλει στη μείωση των περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης ωστόσο φαίνεται ότι η προσδοκία αυτή διαψεύδεται στην πράξη. Έρευνες άλλωστε έχουν δείξει ότι η σεξουαλική παρενόχληση μπορεί να αυξηθεί σε περιόδους καταστροφών και πανδημιών. Η εργασιακή ανασφάλεια, η έλλειψη ελέγχου και η αβεβαιότητα για το εργασιακό μέλλον, μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση των περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης, μειώνοντας ταυτόχρονα την πιθανότητα αναφοράς και καταγγελίας των περιπτώσεων αυτών[6].
Οι πρώτες ενδείξεις, όσον αφορά στην κατάσταση κατά την περίοδο της υφιστάμενης πανδημίας, τείνουν να αποτυπώσουν μια περαιτέρω αύξηση του ποσοστού των γυναικών που βιώνουν σεξουαλική παρενόχληση στο εργασιακό περιβάλλον, είτε εντός των επιχειρήσεων είτε βρίσκονται σε καθεστώς τηλεργασίας.
Παρότι, η σεξουαλική παρενόχληση είναι ένα ζήτημα που αφορά την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων-θυμάτων, συνήθως οι εν λόγω περιπτώσεις δεν καταγγέλλονται στις αρμόδιες αρχές λόγω της ελλιπούς ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης αλλά και της έλλειψης «καναλιών» υποστήριξης των θυμάτων. Ο φόβος και η ανασφάλεια μήπως χάσουν τη θέση απασχόλησής τους κυριαρχεί στις σκέψεις τους. Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι ο Συνήγορος του Πολίτη εξέδωσε την τελευταία έκθεση επί του θέματος πριν από μια περίπου δεκαετία.
Η ανάδειξη της επίπτωσης που μπορεί να έχει η τηλεργασία στην εξέλιξη του φαινομένου της σεξουαλικής παρενόχλησης σε συνδυασμό με το χαμηλό ποσοστό καταγγελιών, όπως καταδεικνύουν και τα σχετικά στοιχεία του Συνηγόρου του Πολίτη, καθιστά επιτακτική την ανάληψη πρωτοβουλιών από όλους τους σχετικούς φορείς και οργανισμούς, δημόσιους και ιδιωτικούς, για την προάσπιση των δικαιωμάτων των θυμάτων σεξουαλικής παρενόχλησης.
Λόγοι που προκαλούν την αύξηση της σεξουαλικής παρενόχλησης κατά την τηλεργασία
Την περίοδο της πανδημίας, ένας από τους βασικούς λόγους που έχει συμβάλλει στην αύξηση των περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης κατά την τηλεργασία είναι η αίσθηση χαλαρότητας καθώς και η ευκολία επικοινωνίας που ανακύπτει μέσα από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Μέσα κοινωνικής δικτύωσης «βαφτίζονται» κανάλια ενδοεταιρικής επικοινωνίας δημιουργώντας μια προβληματική σύνθεση όπου η εργασιακή πραγματικότητα συνυπάρχει με την κοινωνική ζωή εκτός του χώρου απασχόλησης. Δεν είναι λίγες μάλιστα οι περιπτώσεις όπου επαγγελματικές συνομιλίες που πραγματοποιούνταν σε πλατφόρμες social media εξελίχθησαν σε παραβατικές συμπεριφορές και σε σεξουαλική παρενόχληση δημιουργώντας τεράστια ζητήματα στην ψυχοσύνθεση αλλά και την εργασιακή καθημερινότητα των θυμάτων.
Ορισμένοι εργαζόμενοι ή εργοδότες, λανθασμένα θεωρούν ότι δεν είναι υποχρεωμένοι να τηρούν με την ίδια υπευθυνότητα τους κανόνες συμπεριφοράς που ακολουθούσαν στον φυσικό εργασιακό τους χώρο γεγονός που διευκολύνει την ανάπτυξη ανάρμοστων συμπεριφορών, λεκτικών και μη.
Η «εισβολή» συναδέλφων, του εργοδότη ή των προϊσταμένων στον προσωπικό χώρο του εργαζόμενου κατά τη διάρκεια, για παράδειγμα μιας τηλεδιάσκεψης ή μιας βιντεοκλήσης, ενισχύει επίσης τέτοιου είδους περιστατικά καθώς δημιουργείται από τρίτους μια ψευδής αίσθηση οικειότητας που αποκλίνει από τα επαγγελματικά πλαίσια. Η κατανάλωση αλκοόλ κατά τη διάρκεια της εργασίας από το σπίτι είναι ένας επιπλέον λόγος που μπορεί να οδηγήσει σε ανάρμοστες συμπεριφορές και προβληματικά σχόλια.
[ads-post]
Πως εκδηλώνεται η σεξουαλική παρενόχληση σε περιβάλλον τηλεργασίας
Η επέκταση της τηλεργασίας στον εργασιακό χώρο έχει οδηγήσει στη δημιουργία μιας εικονικής πραγματικότητας του γραφείου στον κυβερνοχώρο.
Είναι γεγονός ότι οι τρόποι με τους οποίους πραγματοποιείται η σεξουαλική παρενόχληση κατά την τηλεργασία δεν διαφοροποιείται σημαντικά σε σχέση με τη σεξουαλική παρενόχληση στον φυσικό χώρο εργασίας. Αυτό που διαφοροποιείται κυρίως είναι το μέσο και ο τρόπος έκφρασής της
Σεξουαλική παρενόχληση στον κυβερνοχώρο συνιστά ένα ανάρμοστο σχόλιο ή ένα σεξουαλικό υπονοούμενο σε ένα εργασιακό group chat, ένα email με αντίστοιχο περιεχόμενο, ή ακόμα και η αποστολή μιας ανάρμοστης εικόνας κατά την διάρκεια μιας επαγγελματικής συζήτησης μέσω διαδικτύου. Σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί και ένα ανάρμοστο σχόλιο που θα κάνει κάποιος για την εμφάνιση του συνομιλητή του κατά την διάρκεια μιας επαγγελματικής βιντεοκλήσης ή τηλεδιάσκεψης. Επίσης στο πλαίσιο της ανάρμοστης συμπεριφοράς συγκαταλέγονται και οι ακατάλληλες ώρες και στιγμές που πέρα από το συμβατικό ωράριο ζητείται από τον εργαζόμενο να πραγματοποιηθεί βιντεοκλήση ή ανταλλαγή μηνυμάτων.
Είναι ευνόητο ότι ο ρόλος των εργοδοτών στην προστασία των εργαζομένων είναι καθοριστικός. Παρά το γεγονός ότι η τηλεργασία καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης, οι εργοδότες εξακολουθούν να είναι υπεύθυνοι για τη διασφάλιση της υγείας και της ασφάλειας όλων των εργαζομένων, και αυτό περιλαμβάνει τη διασφάλιση ενός εργασιακού περιβάλλοντος απαλλαγμένου από σεξουαλική παρενόχληση[7].
Προτάσεις και νομοθετικές παρεμβάσεις στο πλαίσιο του νόμου περί τηλεργασίας.
Η διαμόρφωση ενός νέου εργασιακού περιβάλλοντος και η αύξηση των περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης κατά την τηλεργασία την τελευταία περίοδο απαιτούν παρεμβάσεις που θα στοχεύουν τόσο την ευρύτερη κοινωνία όσο και τις επιχειρήσεις ειδικότερα. Για το σκοπό αυτό προτείνουμε:
Πρόβλεψη στο νόμο περί τηλεργασίας περί ευθύνης των εργοδοτών σε περίπτωση καταγγελίας σεξουαλικής παρενόχλησης.
Πρόβλεψη στο νόμο περί τηλεργασίας για την προστασία των χρηστών της ενδοεταιρικής επικοινωνίας μεταξύ εργαζομένων, προϊσταμένων και εργοδοτών.
Αναμόρφωση των εσωτερικών κανονισμών λειτουργίας των επιχειρήσεων για τη διαχείριση περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης σε συνθήκες τηλεργασίας.
Ενθάρρυνση των θυμάτων για την υποβολή σχετικών καταγγελιών: κρίνεται επιτακτικό οι διοικήσεις των επιχειρήσεων να δίνουν τη δυνατότητα σε όσους υφίστανται σεξουαλική παρενόχληση να καταγγέλλουν τις εν λόγω συμπεριφορές και πράξεις με τρόπο που θα διασφαλίζεται η προστασία του θύματος. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να προβλέψουν στον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας τους διακριτές διαδικασίες για τη διαχείριση τέτοιων περιπτώσεων (πώς υποβάλλονται καταγγελίες, ποιος είναι ο υπεύθυνος συλλογής και επεξεργασίας των καταγγελιών διασφαλίζοντας την προστασία των προσωπικών δεδομένων του θύματος, ποιες είναι οι διοικητικές ενέργειες που θα προβλέπονται για την διευθέτηση ή την περαιτέρω διερεύνηση/προώθηση αυτών των καταγγελιών σε αρμόδιους φορείς, κτλ.).
Προσαρμογή του εργασιακού νομοθετικού πλαισίου για την προστασία του θύματος από την απώλεια της εργασίας του λόγω της υποβολής καταγγελίας για σεξουαλική παρενόχληση.
Ενθάρρυνση των μαρτύρων περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να καταγγείλουν οι ίδιοι το συμβάν, στη βάση των εσωτερικών διαδικασιών της εκάστοτε επιχείρησης
Υλοποίηση εκστρατειών ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για τη σεξουαλική παρενόχληση με στόχο την πρόληψη. Η εν λόγω παρέμβαση απαιτεί την υλοποίηση μιας εκτεταμένης εκστρατείας ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης σε εθνικό επίπεδο που στόχο θα έχει την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας τόσο για τα δικαιώματα όσο και για τις σωματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει στο θύμα η σεξουαλική παρενόχληση. Επίσης, σημαντική είναι και η υλοποίηση σχετικών δράσεων από τις ίδιες τις επιχειρήσεις με στόχο την εκπαίδευση των εργαζομένων για το φαινόμενο της σεξουαλικής παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο, τους τρόπους που μπορούν να προληφθούν τέτοιες συμπεριφορές καθώς και τις πολιτικές και την θέση της εταιρίας σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα. Η εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση του προσωπικού των επιχειρήσεων μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη μείωση των περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο.
Δημιουργία κατάλληλων εθνικών μηχανισμών όπου τα θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης θα μπορούν να υποβάλλουν καταγγελίες. Οι μηχανισμοί αυτοί θα μπορούσαν να αφορούν σε τηλεφωνικές γραμμές (κατά το πρότυπο υφιστάμενων τηλεφωνικών γραμμών υποστήριξης), μέσω των οποίων θα υποβάλλονται οι καταγγελίες αλλά και θα παρέχεται στο θύμα η κατάλληλη ψυχοκοινωνική, νομική, κτλ. υποστήριξη.
Η καθυστέρηση στη λήψη αναγκαίων μέτρων μπορεί να οδηγήσει στην περαιτέρω αύξηση των περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία των εν δυνάμει θυμάτων αλλά και το αίσθημα ατιμωρησίας των εν δυνάμει θυτών. Η Equal Society και το Τμήμα Συνηγορίας & Ανθρώπινων Δικαιωμάτων δέχεται καταγγελίες και προσφέρει νομικές υπηρεσίες σε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο τηλέφωνο επικοινωνίας 211.70.51.841.
Τμήμα Συνηγορίας & Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
EQUAL SOCIETY – ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΙΣΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου